All Gone

All Forgotten, All Blurred, All… Present

  • Tweetin’ All Gone Away

Το τέλος του opinion leading και άλλα δραματικά…

Posted by gone4sure στο 12 Ιουνίου 2010

To Muzine έκλεισε και στο τελευταίο τεύχος του έγραψα αυτό. Μού’ρθε να το ανεβάσω κι εδώ στο blog.

 Μέσα στην τελευταία εικοσαετία, τα περιοδικά του ειδικού Τύπου έχουν υποστεί συντριπτική ήττα. Αν θέλουμε να είμαστε πραγματικά γενναίοι στις αποτιμήσεις μας, θα παραδεχτούμε την πραγματικότητα που θέλει τα “ηγετικά” περιοδικά παγκόσμιας φήμης να μετατρέπονται σε γραφικά fanzines –έστω και με όρους mainstream κυκλοφορίας περίπτερου- και την αύρα τους να συρικνώνεται σε ένα θολό αναγνωστικό κοινό που δεν έχει ακριβώς ξεκαθαρισμένα μέσα του τα κίνητρα της αγοράς ενός περιοδικού και της ανάγνωσής τους.

Ρίξτε μια ματιά στα περίπτερα: το Rolling Stone εγκαταλείπει για οικονομικούς λόγους το επαναστατικό, πληθωρικό σχήμα του για το πιο συμβατικό A4 και μειώνει την ωφέλιμη ύλη του δραματικά. Το Paste γεννιέται ως ένα fanzine εναλλακτικής μουσικής με χωνεμένη την πεποίθηση ότι δεν θα αγγίξει ποτέ το mainstream, το Uncut μοιάζει με εξυμνητικό vintage μιας παλιάς μουσικής μυθολογίας και το Mojo “παίζει” δυνατά μόνο στα επετειακά αφιερώματά του. Το Q έχει ενστερνιστεί τη διαδικτυακή πανουργία (“φτιάξε λίστες με καινούρια mp3, εμείς θα σου πούμε πώς”) και Kαινούρια περιοδικά αναδύονται σε μοντέρνα, αγοραία lay out (Classic Rock) για να επιβεβαιώσουν την “φανζινάτη” λογική ως μοναδική βιώσιμη λύση στο αδιέξοδο του μουσικού Τύπου και άλλα (Wired) εντάσσουν τη μουσική στην ύλη τους ως κομμάτι μόνο ενός παζλ μιας ευρύτερης σκέψης και κουλτούρας. Κοινώς τα μουσικά περιοδικά του περίπτερου γίνονται fanzines και τα fanzines γίνονται διαδικτυακά sites. Επίσης, τα sites χάνουν συχνά τον αγώνα απέναντι στα blogs και τις “ιδιωτικές” δημοσιεύσεις άρθρων και κριτικών.

Η συνολική εικόνα για το μουσικό Τύπο είναι απογοητευτική. Εν έτει 2010 πιο πολλά είναι τα εξώφυλλα που μπορεί να έχουν οι Led Zeppelin και ο Dylan παρά οι MGMT και οι National. Πιο μεγάλες πιθανότητες έχουν να πουλήσουν τεύχη αφιερωμένα στο making του “Dark Side Of The Moon”, παρά μια συνέντευξη με τον Bon Iver.

Σε αυτό το σκηνικό, το Muzine κλείνει ένα κύκλο ζωής δέκα τευχών μέσα σε ένα ευρύτερο περιβάλλον στο οποίο η απαξία της μουσικής είναι γενικευμένη και οι ανάγκες του κοινού για επικοινωνία μέσω της μουσικής περιορίζεται στην τεχνολογία της κινητής τηλεφωνίας. Το κοινό δεν έχει ανάγκη την έντυπη αρθρογραφία πλέον διότι ο καταιγισμός της πληροφορίας ξεπερνάει την ιδιαιτερότητα μιας και μόνο συνεπούς γραμμένης στο χαρτί, γνώμης.

Αυτό που κάποτε θεωρούνταν καυτή παρέμβαση σε ένα μουσικό έντυπο –μια κριτική, μια άποψη διαφοροποιημένη, μια εμπεριστατωμένη έρευνα- σήμερα αποτελεί μια στιγμιαία εκτόνωση ενός γραφιά με ελάχιστες πιθανότητες να διαβαστεί από ένα ευμέγεθες κοινό. Ο λόγος είναι ότι πλέον το κοινό, έχει απαρνηθεί τη διαδικασία διαμόρφωσης του αισθητηρίου του μέσω της συνεπούς έντυπης περιοδικότητας, διότι η τεχνολογία του έχει προσφέρει τόσες πολλές δυνατότητες επιλογών που αν μετρήσουμε σε πραγματικούς χρόνους την ωφελιμότητα που έχει ο μέσος αναγνώστης, από τη μία από το διαδίκτυο και από την άλλη από ένα μηναίο έντυπο, το δεύτερο θα υποστεί συντριπτική ήττα και θα μείνει έτη φωτός πίσω από τις broadband ταχύτητες.

Κοινώς, όσο ιδιαίτερη, καυστική, μοναδική ή πλούσια και αν είναι μία γνώμη ενός γραφιά που εκτίθεται μηνιαία σε ένα περιοδικό, άλλο τόσο γρήγορη, αποτελεσματική και δελεαστική είναι μία πληροφορία που ταξιδεύει σε δευτερόλεπτα, παραμένει φρέσκια ανά πάσα στιγμή και πλαισιώνεται από έναν minimum προσωπικής άποψης ενός γραφιά που μπορεί να ανταποκριθεί στο ελάχιστο, στις ανάγκες μιας καθημερινής, διαδικτυακής επικοινωνίας. Με άλλα λόγια, κανείς πλέον δεν φαίνεται διατεθειμένος να περιμένει ένα ολόκληρο μήνα για να διαβάσει τη γνώμη ενός τύπου σε ένα περιοδικό, τη στιγμή που έχει τόσα πολλά να “κατεβάσει” από το διαδίκτυο, όταν φρέσκα albums διαρρέουν πριν ακόμα “στεγνώσουν” από την κονσόλα του στούντιο ηχογράφησης. Η περιοδική, συνεπής γνώμη απέναντι στην πληθωρική, επιλεκτική πληροφορία εξαφανίζεται σε χρόνο dt.

Αυτός είναι και ο λόγος που το Muzine κλείνει: διότι το πάθος των ανθρώπων που γράφουν αυτά που έχουν ανάγκη να γράψουν για τη μουσική συγκρούεται με το πάθος των ανθρώπων που έχουν ανάγκη, όχι να διαβάσουν αλλά να βουτήξουν στις δελεαστικές προτάσεις του διαδικτύου. Με έναν τρόπο, η συγγραφή κειμένων περί της σύγχρονης μουσικής είναι unhappening. Απλά δεν συμβαίνει στην καθημερινότητα. Η ανάγκη ανάγνωσης κειμένων περί μουσικής έχει υποχωρήσει, έχει απαξιωθεί, δεν υπάρχει στην ατζέντα των ανθρώπων.

Θα ήταν εύκολο να αρχίσουμε πάλι τις λίβελλους περί έκπτωσης πολιτισμού και καλλιτεχνικής αθλιότητας στην εποχή μας. Αλλά, πραγματικά, δεν θα ήταν χρήσιμο. Αυτό που ίσως είναι χρήσιμο και έχει κάποιο λόγο ύπαρξης είναι ίσως να αναρωτηθούμε όλοι αν μας αρκεί η μουσική που ακούμε. Το ερώτημα είναι λίγο ρητορικό: έχω δώσει την προσωπική απάντησή μου σε αυτό. Δεν μου αρκεί να απολαμβάνω το καινούριο album των School ή των Radio Department αν δεν έχω τη δυνατότητα να επικοινωνήσω τα αισθήματα που μου προκαλούνται, να τα “γκελάρω” σε έναν άλλο αποδέκτη (αναγνώστη στη δική μου περίπτωση), να τα διυλήσω μέσα από έναν άλλο ακροατή, ένα διαφορετικό αισθητήριο, έτσι ώστε να μου επιστραφούν διαφοροποιημένα και εποικοδομητικά.

Με άλλα λόγια η ανάγκη της επικοινωνίας (και δη της γραπτής, χάρη στις δυνατότητες ακρίβειας και συνέπειας που προσφέρει ο γραπτός λόγος) είναι ίσως μεγαλύτερη ή τουλάχιστον ίδια με την ανάγκη της ακρόασης, της βίωσης μιας εμπειρίας που έχει να κάνει με τη μουσική.

Στο Muzine, το πάθος για την επικοινωνία και τη βίωση μιας κοινής εμπειρίας με κοινό παρανομαστή, ένα album, ένα τραγούδι ή μια συναυλία, πλεόναζε. Ξεχείλιζε και έπνιγε ακόμα και εμάς που γράφαμε με απίστευτο δέος για το νέο album του Benji Hughes ή το συνολικό εκτόπισμα της Tru Thoughts. Η δική μου αίσθηση είναι ότι μοιάζαμε με μοναχικούς ρομαντικούς που “χειρουργούσαμε” το συκώτι του ψύλλου ενώ εκεί έξω κανείς δεν άκουγε πραγματικά, τι είχαμε να πούμε ή αν είχαμε να πούμε κάτι. Αυτό δεν είναι παράπονο αλλά μια φωναχτή διαπίστωση. Μοιάζει με μια βεβαιότητα που έχει ανάγκη ο καθένας από μας να επαναλάβει απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό, προκειμένου να πιστέψει ότι κανένας δε δίνει δεκάρα για το τι νιώθεις για τον κάθε Benji Hughes.

Δεν είναι εύκολο να πιστέψει κανείς ότι η εμπειρία της ακρόασής του δεν αφορά κανέναν. Προσωπικά, ακόμα δεν το πιστεύω. Πολύ απλά, διότι αν πιστέψω αυτό, θα πρέπει μετά να δεχτώ και διάφορα άλλα παράδοξα και εξωφρενικά πράγματα ως αληθινά.

Και δεν έχω καμία ανάγκη ή ένδειξη για κάτι τέτοιο.

6 Σχόλια to “Το τέλος του opinion leading και άλλα δραματικά…”

  1. spiral said

    «Η ανάγκη ανάγνωσης κειμένων περί μουσικής έχει υποχωρήσει, έχει απαξιωθεί, δεν υπάρχει στην ατζέντα των ανθρώπων.»

    διαφωνώ οριζοντίως & καθέτως. πιστεύω οτι ειδικά αυτή την εποχή λείπουν & χρειάζονται εμπεριστατωμένες απόψεις από ανθρώπους που έχουν γνώση (κι όχι μόνο γνώμη) πάνω στη μουσική. εγώ δηλαδή σαν αναγνώστης αυτό ψάχνω πλέον, έχω κουραστεί από τις άναρθρες κραυγές («γαμάτο!», «must!!», «μαλακία» κτλ) των blogs.

    κατά τα άλλα, συμφωνώ οτι τα περισσότερα μουσικά έντυπα με τη σημερινή τους μορφή έχουν χάσει τον (όποιο) λόγο ύπαρξής τους, και θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουν τη θέση και το ρόλο τους στη μουσική βιομηχανία. αυτό νομίζω οτι επιχείρησε ως ένα βαθμό να κάνει το muzine, αλλά δεν μπόρεσε να το πάει μέχρι τέλους. κρίμα.

    να επεσημάνω περιπτώσεις εντύπων όπως το wire, το οποίο εξακολουθώ να διαβάζω με ενθουσιασμό μικρού παιδιού, παρότι τα μουσικά μου γούστα απέχουν αρκετά από τις προτάσεις του συγκεκριμένου περιοδικού. είναι όμως ωραία να διαβάζεις κείμενα για τη μουσική συνολικά από ανθρώπους που (μοιάζουν να) ξέρουν τι τους γίνεται, πώς να το κάνουμε. και ξέρω πολύ κόσμο που νιώθει το ίδιο με μένα.

    ενδιαφέρον κείμενο 🙂

  2. Ωραίο κείμενο, άσχετα αν συμφωνεί κανείς σε όλα… Καλησπέρα!

  3. gone4sure said

    @ Spiral: Πάντα θα υπάρχει ένα κοινό που έχει ανάγκη ή απλά του αρέσει να διαβάζει για αυτά που ακούει. Παίζει ρόλο το μέγεθος αυτού του κοινού. Στη νέα εποχή είναι ένα μικρό ποσοστό που δεν μπορεί να συντηρήσει ένα επαγγελματικό έντυπο. Κοινώς είμαστε πολύ λίγοι ή τουλάχιστον είμαστε τόσοι όσοι δεν φτάνουν τέλος πάντων για να «μαζέψουν» αρκετή διαφήμιση ώστε να επιβιώσει μια εκδοτική προσπάθεια.

    @ Μιχάλης: Thanks!

  4. Γιατί αγοράζεις το αυθεντικό CD από το δισκοπωλείο και δεν το «κατεβάζεις» απλά (και μόνο για ακρόαση) από το διαδίκτυο, όταν διαπιστώνεις ότι σ’αρέσει πολύ ή όταν σημαίνει κάτι σημαντικό για σένα; Γιατί αγοράζεις πάντα αυθεντικές κόπιες των νέων αλλά και παλαιότερων κυκλοφοριών των αγαπημένων σου καλλιτεχνών ενώ τα έχεις κατεβάσει ήδη στο σκληρό σου;

    Γιατί πας να δεις από κοντά έναν αγώνα ποδοσφαίρου της αγαπημένης σου ομάδας και δεν παρακολουθείς με σπιτική άνεση & χαλαρότητα την αναμετάδοση στην τηλεόραση;

    Γιατί το «να το κρατάς στα χέρια σου» και το «ήμουν κι εγώ εκεί» είναι τόσο σημαντική θέση/δήλωση;

    Οι απαντήσεις σε ερωτήματα όπως τα παραπάνω δεν αφορούν την ουσία. Αφορούν συνήθως την αγάπη, το πάθος και τη καύλα για κάτι, μα πάνω απ’όλα «την αίσθηση», το feeling (που λέμε και στας Λόνδρας), τη λέξη κλειδί που εξηγεί ακόμα και φαινόμενα προφανούς ηλιθιότητας κάποιων fans, οι οποίοι ξοδεύουν ως και μικρές περιουσίες για να αποκτήσουν προσωπικά αντικείμενα -ευτελούς συνήθως αξίας- των ειδώλων τους.

    Αυτά ως γενική αίσθηση διαβάζοντας το άρθρο…

    Δεν θα αναφερθώ στο «κλείσιμο» του Μuzine ή στο τέλος(;) των fanzine γενικότερα στην Ελλάδα, αλλά στην ανυπαρξία ή υπολειτουργία του μουσικού τύπου που ασχολείται με την διεθνή pop & rock μουσική σκηνή στην Ελλάδα…

    …θα το κάνω όμως δια της πλαγίας οδού, με μια αναφορά τόσο στο ραδιόφωνο όσο και στον οικοδεσπότη του ιστολογίου.

    Με το συμβατικό ραδιόφωνο να έχει ένα καθαρά εμπορικό προσανατολισμό και στόχο μόνο το κέρδος, η ανάγκη για κάλυψη της πραγματικής ψυχαγωγίας μέσω της μουσικής και ενημέρωσης γύρω από αυτήν, πέρασε στο διαδίκτυο.

    Από blogs και youtube μέχρι -κυρίως- myspace & διαδικτυακά ραδιόφωνα, ο κόσμος που «διψάει» και ενδιαφέρεται «ουσιαστικά» για τη μουσική, άρχισε να αποστασιοποιείται από τις παραδοσιακές μορφές ενημέρωσης (συμβατικό ραδιόφωνο αλλά και περιοδικά).

    Εμφανίστηκε όμως ως παρελκόμενο ένα νέο πρόβλημα: «Δρυός πεσούσης» προέκυψε η πολυδιάσπαση. Μικροί θύλακες fans (και δήθεν μουσικόφιλων) σήκωσαν μπαϊράκι και δημιούργησαν άτυπα club των 5-6 μελών, άλλοτε με κοινά ενδιαφέροντα και άλλοτε με κοινές επιδιώξεις. Αυτές οι ομάδες μπορεί μεν σχεδόν μεταφυσικά να ενώνονται δημιουργώντας χιονοστιβάδες κινητοποιήσεων με ενίοτε σημαντική κοινωνική προσφορά, στη μουσική όμως λειτουργούν με επίπλαστες ιδεοληψίες, δοξασίες και μισαλλοδοξία. «Εμείς εναντίον όλων»,»εμείς εναντίον των άλλων» και παρόμοιες παπαριές.

    «Θύμα» αυτού έπεσε τρόπον τινά και η ψηφοφορία για τα καλύτερα άλμπουμ του ’09 και των ’00s, την οποία ανέλαβε ο Μ στο παρόν ιστολόγιο για μία ακόμη φορά πέρυσι το Δεκέμβριο.

    Όταν αμφισβητείται η ικανότητα, η γνώση και η εγκυρότητα ενός ανθρώπου ο οποίος έχει τόσο το κύρος και το ειδικό βάρος που απαιτείτε όσο και την αποδοχή των ανθρώπων του ραδιοφώνου και της έντυπης μουσικής δημοσιογραφίας την οποία υπηρετεί με συνέπεια εδώ και 25 χρόνια τότε σίγουρα δεν είναι στραβός ο γυαλός…

    Αυτό που λείπει σήμερα, είναι (ας μου επιτραπεί η έκφραση) ή ισχυρή «αστική τάξη» σε κάθε χώρο. Στο χώρο του ραδιοφώνου (συμβατικού και διαδικτυακού) και στο χώρο των περιοδικών (mainstream & fanzine) εν προκειμένω.

    Συστηματικά αποψιλώθηκε η «αστική τάξη» παρουσιαστών και ακροατών από το ραδιόφωνο με στόχο οι μουσικόφιλοι να καταστούν έρμαιο των διαθέσεών των λαμόγιων, των καιροσκόπων, των τυχοδιωκτών αλλά και του κάθε πικραμένου που διέβλεψε ως πρόσφορο το έδαφος για τη δημιουργία του δικού του βραχύβιου μουσικού βιλαετιού.

    Σε αντίθεση με το Μ και άλλους σπουδαίους «γραφιάδες» των μουσικών εντύπων που ασχολήθηκαν με το ραδιόφωνο εξ αιτίας της αγάπης τους για τη μουσική, εγώ είχα αντίθετη πορεία. Μπορώ όμως ως εκ τούτου να πω με σχετική βεβαιότητα ότι 1) το πρόβλημα για το οποίο συζητάμε ξεκινά από το λαβωμένο ραδιόφωνο και 2) ότι μόνο μέσα από την ανάκαμψη του μέσου που διαθέτει την απαιτούμενη μαζικότητα & συλλογικότητα θα υπάρξει οποιαδήποτε αναβάθμιση τόσο του επιπέδου των μουσικόφιλων όσο και -σε δεύτερο χρόνο- του μουσικού τύπου στην Ελλάδα.

    Αν κάποτε ασχοληθούν με το ραδιόφωνο σοβαροί κρατικοί λειτουργοί ή επιχειρηματίες με όραμα, οι οποίοι θα εισέλθουν στο χώρο για να προσφέρουν (έστω από ματαιοδοξία), αν οι ραδιοφωνατζήδες (ενεργοί και εν δυνάμει) πάψουν να αντιμετωπίζουν ως πάρεργο ή καταναγκαστικά έργα τις εκπομπές τους, τότε ίσως αναβαθμιστεί το επίπεδο και των υπολοίπων δραστηριοτήτων που σήμερα πλήττονται από τη θλιβερή όψη του αγαπημένου μας μέσου (αριθμός και επίπεδο συναυλιών ξένων καλλιτεχνών στην Ελλάδα καθώς και προσέλευσης κόσμου αυτές, πωλήσεις δίσκων, επίπεδο μουσικής διασκέδασης στα bar και τα club, κυκλοφορίες περιοδικών κα)

    Σταματώ να γράφω, μιας και έχω την αίσθηση ότι το σχόλιό μου ήδη έχει υπερβεί το αρχικό άρθρο. Συγγνώμη αν σας κούρασα…

  5. spiral said

    συμφωνώ, για τα δεδομένα της ελληνικής πραγματικότητας είμαστε λίγοι για να στηριξουμε ένα έντυπο. ένα webzine της προκοπής όμως δεν θα μπορούσαμε να το στηριξουμε;

    αν δεν γίνομαι αδιάκριτος και δεν σε φέρνω σε δύσκολη θέση, εσύ διαβάζεις κάποιο από τα ελληνικά music portals?

  6. gone4sure said

    @ lefteris: Σπουδαία υπόθεση το ραδιόφωνο και πρωταρχικής σημασίας στη μουσική επικοινωνία. Αλλά και εδώ συντριπτικά επικρατεί το επιχείρημα περί έλλειψης πρόθυμων «ευήκοων ώτων» ακροατών. Η μιντιακή καθίζηση είναι ολοκληρωτική λόγω πλήρους αμάθειας. Ειλικρινά, δεν ξέρω πώς να διατυπώσει κανείς την οργή του αποτελεσματικά. Να πει τι; «Γιατί δεν γνωρίζετε ρε λαμόγια;» ας πούμε;
    Χάνεις τη μπάλα κυριολεκτικά. Δεν ξέρεις από πού να το πιάσεις…
    Τα σέβη μου.

    @ spiral: Τα ελληνικά μουσικά portals είναι όλα λίγο ή πολύ συμπαθητικά. Μου αρέσει το mic, μου αρέσει η ορκισμένη γκρίνια των crack hitler, μου αρέσουν κάποια εδώ κι εκεί, διάσπαρτα, πλην όμως λίγα και εξαιρετέα. Τα portals δεν μπορούν να δημιουργήσουν αντίστοιχη μαγική σχέση με αυτήν που δημιουργεί το «περιοδικό» (σε hard copy) με τον αναγνώστη του. Αν βέβαια, είχε δημιουργηθεί και στην Ελλάδα, ένα αντίστοιχης γενναιότητας και εφευρετικότητας, portal σαν του Guardian, θα σήμαινε ότι κάτι αλλάζει…

Σχολιάστε