To «Commiserations» είναι ένα post trip hop που πραγματεύεται τον αποχωρισμό, την βίαιη εσωτερική συναισθηματική αποκόλληση και τον πρόσθετο πόνο που φέρνουν κάθε είδους συλλυπητήρια. Και επιπλέον λειτουργεί και συγκυριακά ως ιδανικός αποχαιρετισμός στον Scott Walker από έναν από τους πολλούς απογόνους του.
Φέρνοντας στο νου τους σπουδαίους μαέστρους και συνθέτες των 60s (Lalo Schifrin, John Barry) και με όλη την ατμοσφαιρική φωτοσκίαση του μοντέρνου μπριστολιανού trip hop, το «Commiserations» χτίζεται πάνω σε έναν απλωμένο καμβά, χωρίς ξεσπάσματα, κυλάει αδιατάρακτα ως ένα σταθερά ρευστό μελωδικό δημιούργημα με τη φωνή του Girdler στην κορυφή, καθαρή και εκφραστική να μελοποιεί τη λύπη του από τη ματαιότητα των κάθε είδους συλληπητηρίων που μετά το χωρισμό μόνο πρόσθετο πόνο προσφέρουν.

Ο ταλαντούχος mod James Girdler
Ο James Girdler, dj, παραγωγός και τραγουδοποιός από το Λονδίνο δημιούργησε υπό το όνομα Society το 2012 ένα όχημα για να εκφράσει την αγάπη του στην beat pop, την soul αλλά και τα μοντέρνα beats, το trip hop και τον ήχο της μαύρης Βρετανίας, αμέσως μετά τη διάλυση του κουαρτέτου Beggars στο οποίο ήταν μέλος μαζί με τον αδελφό του. Οι Society κυκλοφόρησαν τέσσερα singles μεταξύ 2012 και 2016 και ένα album, το «All That We’ve Become» το 2016. Η αγάπη τους για διαφορετικά στιλ και επιρροές δημιούργησε ένα πολύ ενδιαφέρον ηχητικό κράμα από beat pop και soul, από indie pop και ηλεκτρονικά beats που έκαναν πολλούς να τους χαρακτηρίσουν ως Noonday Underground των μοντέρνων καιρών ή σαν τον Richard Ashcroft να ηγείται στους Portishead. Σκοπός του James Girdler και του Brendan Lynch ήταν να κυκλοφορήσουν ένα «album με κλασικό ήχο και μοντέρνες επιρροές».

Society: ο James Girdler είναι το πρόσωπο του ντουέτου. Ο Brendan Lynch φυσικά, δεν φαίνεται.
Δημιουργώντας τους Society, ο Girdler μίλησε στον Patrick Mills του Line Of Best Fit τον Σεπτέμβριο του 2013: «Αυτός είναι κι ένας λόγος που ονομαστήκαμε Society. Δεν θέλαμε ένα σχήμα τραγουδιστή – τραγουδοποιού, γιατί δεν είμαστε τέτοιοι. Ήταν κάτι στο οποίο ήμασταν συνειδητοί από την αρχή. Θέλαμε να είμαστε κολλεκτίβα, αλλά δεν είχαμε και πολλούς φίλους οπότε καταλήξαμε εγώ και ο παραγωγός Brendan Lynch που έπαιζε όλα τα όργανα. Η διαδικασία των ηχογραφήσεων περιλαμβάνει και κάποιους μουσικούς που μπαίνουν και βγαίνουν. Δεν είμαστε σαν Kanye West ή κάτι τέτοιο! Είμαστε εγώ και ο Brendan που χρησιμοποιούμε τόνους από τρελά samples. Το όλο θέμα είναι να το κάνουμε να ακουστεί τραχύ και μπερδεμένο και να χρησιμοποιήσουμε πολλούς κινηματογραφικούς ήχους που μας αρέσουν. Μου αρέσουν όλα αυτά τα trip hop beats αλλά δεν είμαστε hip hop καλλιτέχνες, οπότε ακούγονται λίγο περίεργα στον ήχο μας για αυτό προσπαθούμε να τα αναμείξουμε με κινηματογραφικές μελωδίες και έγχορδα. Μου αρέσει αυτό ο παλιός, αλλόκοσμος, μεγάλος ήχος των εγχόρδων που είναι σπάνιος στις μέρες μας. Αν τον αναμείξεις με hip hop και συγκοπτόμενα drones δημιουργεί ένα αλλόκοτο ηχοσύστημα. Κάπως σαν τον Phil Spector και τον τρόπο που έκανε μεγάλους δίσκους με πάρα πολλά πράγματα μέσα στις ενορχηστρώσεις του.»

Society «All That We’ve Become» (2016, Universal)
Πέρα από τα τέσσερα singles των Society («All That We’ve Become«, «14 Hours«, «Protocol«, «Will To Win«) στο album των Society υπάρχει η εξαιρετική μελωδία «Commiserations«, ένα αριστούργημα μελαγχολικής, ατμοσφαιρικής trip hop στο οποίο ο Girdler τραγουδάει βασισμένος στην παράδοση των μεγάλων βρετανών της πρόσφατης ιστορίας: Scott Walker, Paul Weller, Richard Ashcroft, Martin Barnard των Alpha. Ο Girdler ακούγεται να έχει εγκαταλείψει τις προσπάθειες να δράσει για να κερδίσει αυτό που έχασε, ακούγεται να πλέει σε μια θάλασσα απώλειας.
Το «Commiserations» των Society:
Στείλε τα συλλυπητήριά σου αλλά δεν τα έχω ανάγκη τώρα
Γιατί δεν αντέχω ολομόναχος
Κι όταν ανασαίνω αρχίζω να πέφτω
Δύο καπιτονέ πόλεις και ξεκάθαρα όνειρα
Στοιχειωμένα από τους ήχους του έβδομου δρόμου
Ω τι να κάνω να τον φέρω πίσω
Σε παρακαλώ μην κλαις
Και οι δυο μας δεν θα κλάψουμε
Στείλε τα συλλυπητήριά σου αλλά δεν τα έχω ανάγκη τώρα
Γιατί δεν αντέχω ολομόναχος
Κι όταν ανασαίνω αρχίζω να πέφτω
(Αρχίζω να πέφτω, αρχίζω να πέφτω)
Οι ευγενείς ήρθαν το βράδυ και του άφησαν το περιθώριο
Να ομολογήσει στην υψηλή κοινωνία ότι δεν του αξίζει κανένας άλλος
Δένει τα κορδόνια του
Το μυαλό του περιπλανιέται σε διαφορετικά μέρη
Παλεύω το χρόνο για να κρατηθώ από αυτό που ήταν από πάντα δικό μου
Ω τι να κάνω για να τον φέρω πίσω
Σε παρακαλώ μην κλαις (Σε παρακαλώ μην κλαις)
Με το παραμικρό, νιώθω για πάντα κουρασμένος
Δεν αντέχω ολομόναχος
Στείλε τα συλληπητήριά σου
Γιατί δεν αντέχω ολομόναχος
Κι όταν ανασαίνω αρχίζω να πέφτω
(Αρχίζω να πέφτω, αρχίζω να πέφτω)
Lynchmob Productions

Brendan Lynch: ο γεφυροποιός της mod αισθητικής ανάμεσα στην παράδοση και το μέλλον
Σε έναν δίκαιο κόσμο, το «Commiserations» θα βρισκόταν στην κορυφή των charts και ο Girdler θα ήταν δικαιωματικά pin up. Οι Society όμως δεν απασχόλησαν εκτεταμένα τον Τύπο, δεν έκαναν το θόρυβο που θα έπρεπε να έχουν προκαλέσει. Παραμένουν ένα μικρό, καλοκρυμμένο μυστικό για λίγους. Το μουσικό κράμα των Society οφείλεται εν πολλοίς στον Brendan Lynch, έναν παραγωγό που από τις αρχές των 90s ανέπτυξε ένα ηχητικό προφίλ στις παραγωγές του που έχει τεράστιο ενδιαφέρον. Παρακάτω τα είκοσι πέντε ενδεικτικά τραγούδια – παραγωγές του Brendan Lynch από ισάριθμους καλλιτέχνες λειτουργούν ως ιστορικά βήματα χρονολογικής σειράς στην παραγωγή (Lynchmob Productions) που φιλοτέχνησαν το προσωπικό στιλ παραγωγής του Brendan Lynch και οδήγησαν στους Society.
Paul Weller

O modfather Paul Weller στο ξεκίνημα της προσωπικής καριέρας του.
Paul Weller «Above The Clouds» (1992, Go! Discs)
Αμέσως μετά τη διάλυση των Style Council, ο Paul Weller παίρνει αμπάριζα από την soul του σχήματος και συνεχίζει στο προσωπικό ομότιτλο, ντεμπούτο album του, με μια θαυμάσια, ηδονική μελωδία, το «Above The Clouds«, το οποίο μεταξύ άλλων τάσεων στο πρώτο του album (brit rock, rhythm ‘n’ blues), συνθέτει το προφίλ του απόλυτου modfather που κυκλοφόρησε δεκατέσσερα albums μεταξύ 1992 – 2018. To «Above The Clouds» φέρει την υπογραφή του Brendan Lynch φυσικά, από κοινού με τον Chris Bangs (Christopher Paul Bangs που συμμετείχε πριν και μετά σε μια ποικιλία από σχήματα και ονόματα της βρετανικής soul και acid jazz σκηνής, (Bangs A Bongo, Extasis, Mr. Electric Triangle, Chris Bangs Project, Wild And Peaceful, Boogie Boy, Break 4 Jazz, Mercy Me, Original Soulboy, Soundscape UK, Spirit Of The Boogie, 13th Sign, Quiet Boys, Triesté, Yada Yada), ο ίδιος ο Paul Weller παίζει μπάσο, κιθάρα, keyboards και percussion και μόνο φλάουτο και σαξόφωνο παίζει ο Jacko Peake (Boogie Back Allstars, Groove Nation, Julian Locke Experience, Push, Romjack).
Young Disciples

Young Disciples: από αριστερά, Femi Williams, Carleen Anderson και Marco Nelson. Το υπέροχο πρόσωπο της acid jazz.

Young Disciples «Move On» EP (1992, Talkin’ Loud)
Young Disciples «Move On (Lynch Mob Beats)» (1992, Talkin’ Loud)
Καθαρό αυθεντικό rhythm ‘n’ blues με funky αίσθημα από το πρώτο και μοναδικό album των Young Disciples, δέχεται τη μεταχείριση της αναπαλαίωσης από τον Brendan Lynch. Οι Carleen Anderson (φωνή, keyboards), Femi Williams (percussion, programming) και Marco Nelson (μπάσο, κιθάρα, όργανο) ήταν ένα από τα πιο προβεβλημένα τρίο της acid jazz σκηνής και με τη βοήθεια του Dilip Harris (Demus) και του Mick Talbot στα πλήκτρα δημιούργησαν μια εναλλακτική soul πρόταση τότε το 1991 – 1992. Στο συγκεκριμένο τραγούδι που εδώ παρουσιάζεται ως instrumental, τα πνευστά έπαιζαν οι Maceo Parker (άλτο σαξόφωνο), Pee Wee Ellis (τενόρο σαξόφωνο) και Fred Wesley (τρομπέτα) ντύνοντας την ηχογράφηση με χρώματα από JB’s.
Mother Earth

Mother Earth: Matt Deighton, Neil Corcoran, Christopher Michael White, Bryn Barklam. Αναβιωτικοί ρομαντικοί mods με τα rhythm ‘n’ blues στις καρδιές τους.

Mother Earth «Jesse» (1993, Acid Jazz)
Mother Earth «Jesse (7» Edit)» (1993, Acid Jazz)
Η μπάντα των Mother Earth, ήταν μια αυστηρά mod παρέα από μουσικούς: Matt Deighton (κιθάρα, από τους Wolfhounds), Neil Corcoran (μπάσο), Christopher Michael White (τύμπανα, από τους Kick), Bryn Barklam (hammond όργανο) που κυκλοφόρησαν τρία albums (και άλλα δύο με μαζέματα που ακολούθησαν) μεταξύ 1992 – 1995. Τo «Jesse» είναι μία εξαιρετική mod μελωδία με χαρακτήρα λευκής γαλανομάτας soul και την φωνή του Matt Deighton να θυμίζει τρομερά αυτήν του Al Green. Το τραγούδι ερμηνεύεται ως ντουέτο μεταξύ του Matt Deighton και της Meryl Kenton-Forbes ενώ στα βοηθητικά φωνητικά ακούγονται η D.C. Lee, o Destry Spigner και ο Obe και τα κρουστά είναι του Pablo (Michael Hunter). Ο Brendan Lynch ενίσχυσε αποφασιστικά την επτάιντση εκδοχή του τραγουδιού στην παραγωγή που είχε αναλάβει ο ίδιος ο ιδρυτής της Acid Jazz, Edward Piller, μια από τις σημαντικότερες mod φιγούρες στη λονδρέζικη σκηνή. Μετά τη διάλυση των Mother Earth, ο Matt Deighton ακολούθησε μια προσωπική καριέρα που έχει αποφέρει έξι albums (1995 – 2018) ενώ έγινε και μέλος σε σχήματα όπως οι Bench Connection και Family Silver. Ο Bryn Barklam σχημάτισε τους Captain Hammond το 2007.
Indian Vibes

Indian Vibes: Paul Weller, Marco Nelson, Crispin Taylor, Gérard Farrell. Ένα super group του mod Λονδίνου.

Indian Vibes «Mathar» (1994, Virgin)
Indian Vibes «Mathar (Radio Mix)» (1994, Virgin)
Διασκευή του εμβληματικού soul jazz classic «Mathar» του Volker Kriegel από το 1969 που είχε κυκλοφορήσει από τους Dave Pike Set στη Γερμανία στο album «Noisy Silence – Gentle Noise» με τον ίδιο, τότε, τον Volker Kriegel να παίζει sitar και κιθάρες. Το 1994, στα Trident II Studios του Λονδίνου, μία μπάντα που απαρτίστηκε από τον Paul Weller από τους Jam και Style Council (sitar, κιθάρες), Marco Nelson από τους Young Disciples, Cool World Ensemble και Subterraneans (μπάσο), Crispin Taylor από τους Flips, Galliano και Push (τύμπανα) και τον Gérard Farrell (sitar) ηχογράφησε εκ νέου το κομμάτι με το χαρακτηριστικό ground beat των 90s στο υπόβαθρο που δίνει extra σημασία στη ρυθμική βάση και αναδεικνύει την mod αισθητική των Indian Vibes, οι οποίοι δεν ηχογράφησαν υπό αυτό το όνομα κάτι άλλο.
Atlantique

Atlantique Vénus Nguyen Manh Khanh μετέπειτα Atlantique Ascoli. Γαλαζοαίματο chanson και art pop

Atlantique «Les Eaux De Mars» (1994, Philips)
Atlantique «Les Eaux De Mars» (1994, Philips)
Κόρη του βιετναμέζου μηχανικού και σχεδιαστή Quasar Nguyen Manh Khanh και της γαλλίδας μοντέλου και σχεδιάστριας μόδας Renée Georgette Jeanne Mézière (Emmanuelle Khanh) και σύζυγος του παραγωγού και ιδρυτή της Source Records, Philippe Ascoli, η Atlantique Vénus Nguyen Manh Khanh ξεκίνησε με δύο singles στην παρισινή σκηνή το 1987 – 1989 και συνέχισε με δύο albums το 1991 – 1994 για να παίξει κομψό chanson όπως σε αυτή την διασκευή στο τραγούδι του Georges Moustaki από το 1973 που συμπεριέλαβε στο δεύτερο ομότιτλο album της. Γύρω της στο στούντιο, ο Brendan Lynch που παίζει glockenspiel, sitar και ντέφι, ουσιαστικά καλεί τους συνεργάτες του από την mod και acid jazz σκηνή της εποχής: Marco Nelson (ή Mark Alan Nelson) στο μπάσο (από τους Young Disciples, Cool World Ensemble, Indian Vibes και Subterraneans), Crispin Taylor στα τύμπανα (από τους Flips, Galliano, Indian Vibes και Push), Mick Talbot (Michael Talbot) στο wurlitzer και στο mellotron (από τους Merton Parkas, Bureau, Dexy’s Midnight Runners, Backbone, Style Council, Galliano, Indian Vibes, Cool World Ensemble, Soundscape UK, Yada Yada και Players), Steve Cradock στην κιθάρα (από τους Specials, Ocean Colour Scene, Boys και Smokin’ Mojo Filters), τον Mark Feltham στην φυσαρμόνικα (από τους Nine Below Zero και Robbie McIntosh Band) και τον Pascal Benadjaoud στα κρουστά (από τους Circle In The Round).
Dana Bryant

Dana Bryant: η μοντέρνα ποιήτρια με την κομψή μουσική αίσθηση

Dana Bryant «Heat» (1996, Warner Bros.)
Dana Bryant «Heat» (1996, Warner Bros.)
Ένα εξαιρετικό ποίημα που αναφέρεται σε μία παλιά εκκλησιαστική σύναξη στην Νότια Carolina, ντύνεται με κρουστά και το πιάνο του Mick Talbot για ένα υποβλητικό, καλοφτιαγμένο funky αποτέλεσμα. Η ποιήτρια Dana Byant από το Brooklyn της Νέας Υόρκης, έκανε το ντεμπούτο της το 1991 και εξέδωσε την πρώτη ποιητική συλλογή της «Song Of The Siren» το 1995. Το ντεμπούτο album της (και το μοναδικό ως σήμερα) του 1996 είχε την αμέριστη βοήθεια από την acid jazz σκηνή του Λονδίνου, αφού εκτός από τον Brendan Lynch και τον Mick Talbot που παρουσιάζονται εδώ, τα κομμάτια είχαν μουσικό υπόβαθρο από τον Speech των Arrested Development, τους P.M. Dawn, τους Zap Mama, τον Masta Ace, την Carleen Anderson και την Jhelisa Anderson, τον Marco Nelson από τους Young Disciples κ.λπ. Ο Brendan Lynch κατέχει τη μερίδα του λέοντος στην πλειονότητα των κομματιών.
Cast

Cast: John Power, Peter Wilkinson, Liam Tyson, Keith O’Neill. Καλοφτιαγμένη, εμπορικά δυνατή brit pop.

Cast «Flying» (1996, Polydor)
Cast «Flying» (1996, Polydor)
Ένδοξη brit pop από το Liverpool, από τη σκυτάλη που έδωσαν σε δύο μέλη τους οι La’s για να δημιουργηθούν οι Cast, τους John Power (φωνή, κιθάρα) και Peter Wilkinson (μπάσο) που ενώθηκαν με τους Liam Tyson (κιθάρα) και Keith O’Neill (τύμπανα). Οι Cast ηχογράφησαν έξι albums μεταξύ 1996 – 2017 με μία διάλυσή τους ανάμεσα, το 2001 και μία σχετική ανανέωση των μελών τους μετά από αυτήν. To ep τους «Flying» με τρία τραγούδια κυκλοφόρησε ανάμεσα στα δύο πρώτα albums τους και έφερε την παραγωγή του Brendan Lynch παρότι τα δύο πρώτα albums τους είχαν ως παραγωγό τον John Leckie. Ο Brendan Lynch εδώ τονίζει τα rhythm ‘n’ blues στοιχεία του μπητλικού ήχου τους και παραμένει σε αρμονία με το πυρετώδες brit pop κλίμα της εποχής τους.
Ocean Colour Scene

Ocean Colour Scene: Simon Geoffrey Fowler, Steve Cradock, Damon Minchella, Oscar Harrison. Από τις καλύτερες mod μπάντες του brit rock.

Ocean Colour Scene «The Day We Caught The Train» (1996, MCA)
Ocean Colour Scene «The Day We Caught The Train» (1996, MCA)
Ίσως η πιο μακρόβια mod μπάντα από τους αναβιωτές των 90s που συντάχθηκαν με το κύμα της brit pop, οι Ocean Colour Scene από το Birmingham σχηματίστηκαν από τους Simon Geoffrey Fowler (κιθάρα, φωνή, από τους Fanatics), Steve Cradock (κιθάρα, πιάνο, φωνή, από τους Boys και τους Specials), Damon Minchella (μπάσο, από τους Fanatics), Oscar Harrison (τύμπανα, πιάνο, από τους Echo Base και τους Fanatics) και μέσα σε είκοσι χρόνια κυκλοφόρησαν δέκα albums (1992 – 2013). Στο δεύτερο album τους «Moseley Shoals» που ονόμασαν έτσι ως φόρο τιμής στα κλασικά studios Muscle Shoals του Sheffield της Alabama όπου ηχογραφήθηκε μεγάλο μέρος της αμερικανικής southern soul παραγωγής, περιλάμβαναν και το «Day We Caught The Train» ένα τραγούδι μεταξύ άλλων, εξαιρετικά πιστό στον ήχο των βρετανικών rhythm ‘n’ blues των 60s με την παραγωγή του Brendan Lynch να δοξάζει τους Small Faces στο έπακρο και είναι εύλογο το ότι σκαρφάλωσε στο Νο.4 του βρετανικού chart. Μετά την αποχώρησή του από το σχήμα, ο Damon Minchella συνέχισε ως μέλος διαφόρων συγκροτημάτων στο ίδιο πνεύμα και την ίδια ηχητική στόφα (Players, Family Silver και Trio Valore).
P.P. Arnold

P.P. Arnold: μία από τις μακροβιότερες ερμηνευτριες της αγγλικής σκηνής, σύμβολο του swingin London και της mod soul των 60s

Primal Scream featuring P.P. Arnold «Understanding» (1996, Nice)
Primal Scream featuring P.P. Arnold «Understanding» (1996, Nice)
Ο Brendan Lynch στο στοιχείο του, μετατρέπει ένα mod διαμαντάκι, το «Understanding» των Small Faces από το 1966 σε northern soul με την μπάντα των Primal Scream να παίζουν στο υπόβαθρο σαν rhythm ‘n’ blues μπάντα των 60s. Στη φωνή, η P.P. Arnold αυθεντική μούσα των mods, τραγουδάει ως γνήσια screamin’ ντίβα, στο πλαίσιο της συλλογής – φόρο τιμής στους Small Faces που κυκλοφόρησε το 1996 με τίτλο «Long Agos And Worlds Apart» στην οποία έδωσαν παρών επίσης διασκευάζοντας κομμάτια των Small Faces και οι Dodgy, B.L.O.W., Northern Uproar, Mantaray, Changing Man featuring Mick Talbot & Kenney Jones, 60ft Dolls featuring Martin Carr, Granny Takes A Trip, Ocean Colour Scene, Whiteout, Kenney J. All Stars, Hyperglo, Buzzcocks, Ride και Gene. Η P.P. Arnold, εμβληματική soul τραγουδίστρια στα 60s, κυκλοφόρησε δύο προσωπικά albums το 1968, άλλο ένα το 2007 με τον Dr. Robert των Blow Monkeys και ένα το 2018 συν πάνω από σαράντα singles από το 1967 και μετά, μεταξύ των οποίων συνεργασίες με τους Beatmasters, τους Loose Ends, τους Pressure Point, τους Ocean Colour Scene, τον Chip Taylor, ενώ τραγούδησε στο παρελθόν και ως μέλος των Ikettes και των Soul Sisters και ως βοηθητική τραγουδίστρια σε εκατοντάδες ηχογραφήσεις από τους Small Faces και τον Nils Lofgren ως τους Summer, τον Stephen Duffy και τους Icehouse.
Primal Scream

Primal Scream: Andrew Innes, Bobby Gillespie, Gary Mounfield, Martin Duffy, Paul Mulreany, Robert Young. Το χαμελαιοντικό group από το psych out ως τα phat beats της electronica.

Primal Scream «Kowalski» (1997, Creation)
Primal Scream «Kowalski» (1997, Creation)
Σκοτεινό και έντονα επηρρεασμένο από την electronica της εποχής, ένα ένδοξο single των Primal Scream που ανέβηκε ως το Νο.8 του βρετανικού chart με μεσόρυθμο, νυχτερινό tempo και τόνους από reverb, που παραπέμπει στους Massive Attack του «Mezzanine» συν δύο samples: το ρυθμικό μοτίβο από το «Halleluhwah» των Can (1971) και τη μπασογραμμή του «Get Off Your Ass and Jam» των Funkadelic (1975). Αισθάνεται κανείς ότι στο στούντιο, ο Brendan Lynch πειραματίζεται με όποιο κουμπί βρίσκει μπρος του. Στο single τους είχαν συμπεριλάβει τις διασκευές τους στο «96 Tears» των ? & The Mysterians και στο «Know Your Rights» των Clash. Οι σκοτσέζοι Primal Scream από την Γλασκώβη κυκλοφόρησαν έντεκα albums μεταξύ 1987 – 2016 με σταδιακές αλλαγές στις ηχητικές κατευθύνσεις τους από το shoegaze ως την electronica. Το 1997 στο πέμπτο album τους «Vanishing Point» απαρτίζονταν από τους Andrew Innes (από τους Biff Bang Pow!, H2O, Los Terrorpinos, Revolving Paint Dream και Laughing Apple), Bobby Gillespie (από τους Wake και τους Jesus & Mary Chain), Gary Mounfield (από τους Stone Roses), Martin Duffy (από τους Church Of Raism, Felt, Los Terrorpinos, Charlatans), Paul Mulreany (από τους Blue Aeroplanes) και Robert Young (από τους Church Of Raism).
Carleen Anderson

Carleen Anderson: η τεξανή λονδρέζα soul τραγουδίστρια, κόρη της Vicki Anderson και θετή κόρη του Bobby Byrd, βαφτισιμιά του James Brown και ξαδέλφη της Jhelisa Anderson και της Pamela Y. Anderson.

Carleen Anderson «Woman In Me» (1998, Virgin)
Carleen Anderson «Woman In Me» (1998, Virgin)
Η Carleen Anderson γεννήθηκε στο Houston του Texas αλλά έκανε την καριέρα της στην Βρετανία, κόρη της Vicki Anderson και θετή κόρη του Bobby Byrd, βαφτισιμιά του James Brown και ξαδέλφη της Jhelisa Anderson και της Pamela Y. Anderson, προικισμένη με μια εξαιρετική φωνή που τραγούδησε στους Brand New Heavies, Young Disciples και Smokin’ Mojo Filters. Μεταξύ 1994 – 2016 κυκλοφόρησε έξι προσωπικά albums και το «Woman In Me«, μια καλή soul μελωδία περιλαμβανόταν στο δεύτερο album της «Blessed Burden«. Η Carleen Anderson τραγουδάει και παίζει πιάνο και οι μουσικοί που καλεί ο Brendan Lynch φυσικά είναι η αφρόκρεμα της acid jazz σκηνής στο Λονδίνο: Ernie McKone στο μπάσο (ιδρυτής της Boogie Back Records και μέλος των Galliano, Push, Pama International και Soul Talk), Crispin Taylor στα τύμπανα (από τους Flips, Galliano, Indian Vibes και Push), Mark Vandergucht στην κιθάρα (από τους Children Of Judah, Galliano, Groove Nation, Julian Locke Experience, Push και Sound Stylistics), Mick Talbot (Michael Talbot) στα keyboards (από τους Merton Parkas, Bureau, Dexy’s Midnight Runners, Backbone, Style Council, Galliano, Indian Vibes, Cool World Ensemble, Soundscape UK, Yada Yada και Players), James Hunt στο σαξόφωνο (από τους Creative Jazz Orchestra, Primal Scream, Elephant, Mighty Strinth, Sound Stylistics) και Duncan McKay στην τρομπέτα (από τους Boogie Back Allstars, British Meat Scene και Primal Scream).
Asian Dub Foundation

Asian Dub Foundation: Dr. Das, Chandrasonic, Deeder Zaman, Pandit G, Sun-J. Ο ήχος της Ινδίας και της Ν.Α. Ασίας στο Λονδίνο.

Asian Dub Foundation «Buzzin'» (1998, FFRR)
Asian Dub Foundation «Buzzin'» (1998, FFRR)
Οι Dr. Das (ή Aniruddha Das ή Churulian στο μπάσο), Chandrasonic (ή Steve Chandra Savale στην κιθάρα και στον προγραμματισμό), Deeder Zaman (ή Saidullah Zaman ή সাঈদউল্লাহ দলিল সময় ή Master D στο rappin’), Pandit G (ή John Ashok Pandit στα samplers και στα πλατό) και Sun-J (ή Sanjay Gulabhai Tailor στα synthesizers) σχηματίστηκαν εν μέσω brit pop μανίας στο Λονδίνο για να παίξουν electronica μαζί με rapcore και ινδικές επιρροές από sitar και μέσα στα οκτώ albums που κυκλοφόρησαν μέσα σε μια δεκαετία (1995 – 2015) κατάφεραν να χτίσουν το δικό τους κοινό στην Ευρώπη. Εδώ ο Brendan Lynch αναδεικνύει την αλά sitar κιθάρα και φέρνει μπροστά στην παραγωγή το αδιαπραγμάτευτο rappin’ του Deeder Zaman που συναγωνίζεται τα κρουστά αλά jungle και drum ‘n’ bass.
Massive Attack featuring Elizabeth Fraser

Elizabeth Fraser: η μούσα των Cocteau Twins καλεσμένη των Massive Attack

Massive Attack featuring Elizabeth Fraser «Teardrop» (1998, Virgin)
Massive Attack featuring Elizabeth Fraser «Teardrop (Scream Team Remix)» (1998, Virgin)
Από το τρίτο album των Massive Attack, «Mezzanine«, το single «Teardrop» ήταν ένα εύθραυστο, απλό και υπέροχο μελωδικό σκεύασμα του DJ Mushroom (Andrew Lee Isaac Vowles), του Daddy G (Grant Marshall) και του 3D (Robert del Naja) με καλεσμένη στα φωνητικά την Elizabeth Fraser των Cocteau Twins σε μία -τι άλλο;- εξαρετική ερμηνεία. Στα remixes που συμπεριέλαβαν στο single εκτός από το dubbing του Mad Professor, η σύμπραξη Primal Scream με τον Brendan Lynch δημιούργησε ένα πολύ πιο σκοτεινό διάκοσμο γεμάτο glitches και υπόγειους θορύβους που διαπερνούν το τραγούδι σαν σκιες, σε ένα πολύ ενδιαφέρον, πειραματικό trip που αφήνει το hop απ’ έξω. Οι Massive Attack ως σήμερα έχουν ηχογραφήσει πέντε albums και δύο soundtracks από το 1991 ως το 2010.
Liam Gallagher & Steve Cradock

Liam Gallagher & Steve Cradock: αλλιώς, οι Oasis μαζί με τους Ocean Colour Scene

Liam Gallagher & Steve Cradock «Carnation» (1999, Ignition)
Liam Gallagher & Steve Cradock «Carnation» (1999, Ignition)
Περισσότερο ίσως από κάθε άλλον στο brit pop κύκλωμα, ο Liam Gallagher των Oasis κι ο Steve Cradock των Ocean Colour Scene όφειλαν να σπεύσουν πρώτοι για να υποκλιθούν στους Jam με ένα φόρο τιμής τους στους σπουδαίους mods. Από το album με τις διασκευές στο υλικό των Jam, «Fire & Skill: The Songs Of The Jam«, οι δύο τους διασκευάζουν το «Carnation» από το album των Jam «The Gift» του 1982. Ο Liam τραγουδάει με τη χαρακτηριστική συρτή χροιά του και στο υπόβαθρο, ο Brendan Lynch μαζί με τον Martin Max Hayes προσθέτουν μελωδικούς θορύβους νοσταλγίας, με reverb και ρυθμικές ενισχύσεις. Στο ίδιο album φόρο τιμής στους Jam, έσπευσαν να δηλώσουν παρών και οι Beastie Boys, Reef, Heavy Stereo, Silversun, Everything But The Girl, Buffalo Tom, Garbage, Ben Harper, Gene, Noel Gallagher και φυσικά ο ίδιος ο Paul Weller.
Smokin Mojo Filters

Smokin’ Mojo Filters: Noel Gallagher, Paul McCartney, Paul Weller, ένα super group για φιλανθρωπικό σκοπό.

Smokin Mojo Filters «Come Together» (1995, Go! Discs)
Smokin Mojo Filters «Come Together» (1995, Go! Discs)
Σύμπραξη του ενωμένου brit rock για φιλανθρωπικό σκοπό: Carleen Anderson, Noel Gallagher, Paul McCartney, Paul Weller, Steve Cradock, Steve White ενώνονται στο studio για να ηχογραφήσουν μια απόδοση του «Come Together» των Beatles υπό το όνομα Smokin Mojo Filters, ένα απολαυστικό super group, για τις ανάγκες του project «Help«, μία συλλογή με την αφρόκρεμα του brit rock της εποχής, που συνέλαβε ο Tony Crean της Go! Discs, εμπνευσμένος από το επταήμερο πλάνο παραγωγής και κυκλοφορίας του «Instant Carma» του John Lennon: ηχογράφηση τη Δευτέρα, τύπωμα την Τρίτη, εξώφυλλο την Τετάρτη κ.λπ. Τα έσοδα του «Help» προσφέρθηκαν στην βοήθεια των προσφύγων από τον πόλεμο στην Βοσνία. Η παραγωγή του Brendan Lynch είναι γήινη και όσο αναλογική ήταν δυνατόν να παραχθεί για να μην χαθεί ο μπητλικός αέρας.
22-20s

22-20s: Martin Trimble, Glen Bartup, James Irving, Charly Coombes. Καλογυμνασμένο brit rock.

22-20s «Shoot Your Gun» (2004, Heavenly)
22-20s «Shoot Your Gun» (2004, Heavenly)
Το κουαρτέτο από το Sleaford του Lincolnshire σχηματίστηκε το 2002 από τους Martin Trimble (κιθάρα, φωνή), Glen Bartup (μπάσο), James Irving (drums) και Charly Coombes (keyboards) και μέχρι το 2012 είχαν κυκλοφορήσει τρία albums και είχαν διαλυθεί δύο φορές. Στο ντεμπούτο album τους «22 20s» το 2004 ο Brendan Lynch τόνισε τις σημαντικές ομοιότητές τους με τους Jam και έφερε στην επιφάνεια τον ηλεκτρισμό των decibels και τον τραγανό ήχο τους σε τραγούδια καλογραμμένα στην πλειονότητά τους και δοξασμένα από το ΝΜΕ κυρίως, που έβλεπε σε αυτούς μία ακόμα μπάντα που θα σώσει την αξιοπιστία του brit rock.
People’s Revolutionary Choir

People’s Revolutionary Choir: Lal Townsend, Jim Townsend, Will ‘Sweet Willy’ Fowles, John Brandham, Roshan Moliko, Kris Feldmann. Brit rockers που ζήλεψαν την δόξα των Oasis

People’s Revolutionary Choir »Elevate» (2005, Outafocus Recordings)
People’s Revolutionary Choir »Elevate» (2005, Outafocus Recordings)
Ένα σχήμα που βάλθηκε με σοβαρές προοπτικές να γίνει το επόμενο μεγάλο φαινόμενο αλά Oasis αλλά στο δρόμο σκάλωσε και διαλύθηκε ήταν οι People’s Revolutionary Choir (πόσο ατυχές όνομα;) που ηχογράφησαν μόλις τρία singles μεταξύ 2005 – 2007: Lal Townsend (φωνή) Jim Townsend (κιθάρα), Will ‘Sweet Willy’ Fowles (κιθάρα), John Brandham (τύμπανα), Roshan Moliko (μπάσο) και Kris Feldmann (keyboards). Από το πρώτο single τους, το «Elevate» ακούγεται σαν ένας εκκωφαντικός καταιγισμός από Oasis και Spiritualized με την φωνή του Lal Townsend να προσομοιάζει όσο γίνεται στου Liam Gallagher και τις κιθάρες να αφηνιάζουν πάνω στο ρυθμικό brit rock παραπέτασμα. O Brendan Lynch φυσικά έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του για να εντείνει τις ομοιότητες με τους Oasis. Είναι ειρωνία πάντως το ότι την ίδια χρονιά νικητές στην κούρσα του λάβαρου του brit rock ανακηρύχθηκαν οι Arctic Monkeys.
Dust Galaxy

Dust Galaxy: το offshoot σχήμα του Rob Garza των Thievery Corporation και των French Toast από την Washington D.C.

Dust Galaxy «Mother Of Illusion» (2007, Eighteenth Street Lounge Music)
Dust Galaxy «Mother Of Illusion» (2007, Eighteenth Street Lounge Music)
Μια πολύ ενδιαφέρουσα συνεργασία που απέδωσε μόνο ένα album το 2007, οι Dust Galaxy είναι στην ουσία μια σύμπραξη του Rob Garza των Thievery Corporation και της μπάντας French Toast, που έρχονταν επίσης από την Washington D.C. όπως και το ντουέτο του Rob Garza με τον Eric Hilton. Δυνατό rhythm’ n’ blues με breakbeats και με τεχνολογικά powerhouse στοιχεία αλλά με βάση τη ρυθμικότητα του διονυσιακού 60s rock, το album τους περιλάμβανε αντιθετικά στοιχεία που ενώθηκαν αριστοτεχνικά από την παραγωγή του Brendan Lynch. Στο «Mother Of Illusion» παραπέμπουν στους Rolling Stones του 1967 αλλά και στους Primal Scream του 1997 παρότι τα κρουστά δεν αφήνουν καμία αμφιβολία για την αποφασιστικότητά τους για γνήσιο, απελευθερωτικό χορό. Ο Rob Garza τραγουδάει και οι μουσικοί δένουν εξαιρετικά μεταξύ τους, ο Ashish Vyas (μπάσο, από τους GoGoGo Airheart), o Jerry Busher (drums από τους French Toast, All Scars, Deathfix, Elevator, Fidelity Jones, Las Mordidas και Spinanes), Ben Gilligan (κιθάρα, από τους French Toast), James Canty (κιθάρα, από τους French Toast, All Scars, Cupid Car Club, SAVAK, Ted Leo & The Pharmacists, Make-Up και Nation Of Ulysses) και Didi Gutman (keyboards από τους Brazilian Girls, Me And The Other Guy, Nublu Orchestra).
Rakes

Rakes: Alan Donohoe, Matthew Swinnerton, Jamie Hornsmith, Lasse Petersen. Βrit rockers με τσαγανό και μερικές πολύ καλές ιδέες

Rakes «The World Was A Mess But His Hair Was Perfect» (2007, V2)
Rakes «The World Was A Mess But His Hair Was Perfect» (2007, V2)
Μία ακόμα μπάντα από το Λονδίνο που έπαιξε στα στοιχήματα για το αν θα είναι η σωτήρια του brit rock και για κάποιο καιρό, βρισκόταν ψηλά στις πιθανότητες, οι Rakes (Alan Donohoe– φωνή, κιθάρα, Matthew Swinnerton – κιθάρα, Jamie Hornsmith – μπάσο και Lasse Petersen – drums) κυκλοφόρησαν τρία albums μεταξύ 2005 – 2009 πριν διαλυθούν, έχοντας όμως σημειώσει αξιοπρεπείς επιδόσεις. Στο δεύτερο album τους «Ten New Messages» συμπεριλαμβανόταν το «The World Was A Mess But His Hair Was Perfect» ένα κομμάτι με αποφασιστικές, κοφτές κιθάρες και δεμένο, uptempo ρυθμό που εντείνεται από την καθαρότητα της παραγωγής του Brendan Lynch. Μετά τη διάλυσή τους, το 2009 ο Lasse Petersen προσχώρησε στους Wolf Gang και ο Matthew Swinnerton σχημάτισε το ντουέτο των Karras με τον Lukas Wooller των Maximo Park.
Beggars

Beggars: James Girdler, Justin Girdler, Daniel Stargatt, Daniel Webb. Βραχύβια brit pop μπάντα.

Beggars «The Future» (2008, Heavenly)
Beggars «The Future» (2008, Heavenly)
Το 2008 o James Girdler ήταν μέλος της μπάντας Beggars μαζί με τον αδελφό του Justin Girdler και τους Daniel Stargatt και Daniel Webb, ένα σχήμα που ξεπήδησε από την παρέα της Heavenly Records αλλά δεν ευτύχησε να κάνει καριέρα. Δύο τρία singles άφησαν πίσω τους οι Beggars παίζοντας brit pop στα χνάρια των Supergrass και των Boo Radleys. Στην παραγωγή, ο Brendan Lynch δίνει αυτό το ακαταμάχητο αίσθημα των Jam.
Findlay Brown

Findlay Brown: ένας πολύ ανήσυχος μουσικός από τους Boedekka.

Findlay Brown «Nobody Cared» (2009, This Is Music)
Findlay Brown «Nobody Cared (Lynchmob Version)» (2009, This Is Music)
Τρομερά ευρηματικός μουσικός ο Findlay Brown από το Yorkshire της Βρετανίας αλλά κάτοικος του Brooklyn, ένας τραγουδοποιός που ξεκίνησε με τους λονδρέζους Boedekka για δύο albums (2001 – 2004) και συνέχισε με την προσωπική καριέρα του που έχει αποφέρει μεταξύ 2009 – 2018, τέσσερα albums και τέσσερα eps. Από το δεύτερο ep του «Versus» το 2009, το «Nobody Cared» είναι ένα αφρο-βραζιλιάνικο ευοίωνο τραγούδι με ρυθμολογική κατεύθυνση από τον Brendan Lynch, που θυμίζει τον David Byrne της εποχής του «Rei Momo«. Ο ίδιος ο Findlay Brown δηλώνει ως επιρροές του για αυτό, τον αιθίοπα βιμπραφωνίστα Mulatu Astatke, την βραζιλιάνα tropicalia τραγουδίστρια Gal Costa, το nu-disco μέντορα Dimitri From Paris και τον εκκεντρικό Moondog. «Ήθελα να εκπληρώσω κάποιες επιθυμίες μου και να βγάλω κάποια πράγματα από μέσα μου, λατρεύω πάρα πολλά στοιχεία της exotica, της world μουσικής, της library μουσικής και της disco κι ήθελα να δημιουργήσω ένα μείγμα Ennio Morricone με ευρωπαϊκή disco και αφρικανικούς ρυθμούς, πράγματα που δεν χρησιμοποιώ στα albums μου.» Μαζί με τον Findlay Brown, o Matt Cousins (μπάσο, από τους By The Fireside), ο Paul Cook (τύμπανα, από τους Sex Pistols, Greedies, Professionals, Lightning Raiders, Chiefs Of Relief, Man Raze), Marcus Bonfanti (κιθάρα) και Rob Gentry (synthesizer).
Turzi

Turzi: Arthur Rambo, Günther Rock, Judah Warsky, Romain Turzi, Sky Over. Γαλλική σοφιστικέ electronica

Turzi «Baltimore» (2010, Record Makers)
Turzi «Baltimore (Assault on Baltimore – Lynch Mob Remix)» (2010, Record Makers)
Πενταμελής γαλλική μπάντα από τις Βερσαλλίες (Arthur Rambo, Günther Rock, Judah Warsky, Romain Turzi, Sky Over) παίζει big beats και psych out ηλεκτρονικές ριπές σε έναν καμβά που στο συγκεκριμένο remix ενισχύεται από τα πλήκτρα του Bobby Gillespie των Primal Scream και τα χαρακτηριστικά πρόσθετα reverb και θορύβους του Brendan Lynch. Οι Turzi ηχογράφησαν τέσσερα albums μεταξύ 2005 – 2015. Στο τρίτο album τους που ονομαζόταν «B» όλα τα κομμάτια είχαν τίτλους από πόλεις που το όνομά τους ξεκινάει από «B»: Beijing, Buenos Aires, Bombay, Bethlehem, Brasilia, Bangkok, Baden Baden, Bogota, Bamako και φυσικά Baltimore.
Sisters Of Transistors

Sisters Of Transistors: τέσσερις οργανίστριες από το Manchester υό την μπαγκέτα του Graham Massey των 808 State: Henrietta Smith-Rolla, Mandy Wigby, Naomi Hart και Ragna Skinner

Sisters Of Transistors «Solar Disco» (2010, This Is Music)
Sisters Of Transistors «Solar Disco (Lynchmob Remix)» (2010, This Is Music)
Εκκεντρικό γυναικείο κουαρτέτο από το Manchester υπό τις οδηγίες του Graham Massey (Professor Vernon World) των 808 State παίζει μόνο keyboards και εμπνέεται από τη ρυθμολογία της αμερικανικής παράδοσης της μαύρης μουσικής, των Chicago blues και της northern soul για να κάνει ένα φόρο τιμής στα transistors τα πρωτόλεια συστατικά της ηλεκτρονικής μουσικής, που πρόσφεραν τους πρώτους electro ήχους. Συγκεκριμένα στο Manchester ήταν που ηχογραφήθηκε η πρώτη ψηφιακή μουσική με ένα Ferranti Mark I υπολογιστή το 1951 για ένα παιδικό πρόγραμμα της τηλεόρασης, μία απόδοση του «In The Mood«. Αυτή την ηλεκτρονική παράδοση του όργανου τιμούν οι Henrietta Smith-Rolla, Mandy Wigby, Naomi Hart και Ragna Skinner στο ντεμπούτο τους το 2009 «At The Ferranti Institute«. Στο single τους «Solar Disco«, o Brendan Lynch πρόσθεσε τη χαρακτηριστική δική του πινελιά για την αναπαλαιωμένη αυτή ρυθμική φάση που ενώνει το αναλογικό με το ψηφιακό στοιχείο.
Sam Gray

Samuel Gray: τραγουδοποιός και τραγουδιστής από το Hull της Βρετανίας με απίστευτη απήχηση.

Sam Gray «Cartwheel Queen» (2011, Transmission)
Sam Gray «Cartwheel Queen (Lynchmob Remix)» (2011, Transmission)
Ένας τραγουδοποιός πραγματικό φαινόμενο από το Hull της Βρετανίας, ο Samuel Gray, κατάφερε να γνωρίσει μεγάλη επιτυχία με τις συνθέσεις που έγραψε για άλλους (Hardwell, DJ Katch, Solano, Abi Phillips, Manovski, Ben Saunders, Alle Farben, Julian Martel, The Magician, Julian Perretta, Nile Rodgers και Tobtok) πριν ξεκινήσει την προσωπική καριέρα του ως καλλιτέχνης η οποία τού εχει αποφέρει δύο προσωπικά albums το 2011 – 2013. Στο πρώτο από αυτά, το «Brighter Day«, μπάσο παίζει ο Damon Minchella (Ocean Colour Scene, Players, Family Silver, Fanatics, Trio Valore) και drums ο Steve White των Style Council, μεταξύ άλλων, ενώ το single του «Cartwheel Queen» ένα uptempo με λαϊκό ρυθμό με μπάντζο δέχεται τις υπηρεσίες του Brendan Lynch στην παραγωγή, τα πρόσθετα beats του – σαν δημοτικό riverdance με ενισχυμένα μπάσα ακούγεται. Ο Sam Gray ένωσε τις δυνάμεις του με την Kaci Brown από το Los Angeles σχηματίζοντας ένα country ντουέτο με τρία singles το 2017 – 2018.
Pete & The Pirates

Pete & The Pirates: Thomas Sanders, Peter Cattermoul, David Thorpe, Peter Hefferan και Jonny Sanders. Ένα από τα πιο πρόσφατα σχήματα από την εσοδεία του brit rock

Pete & The Pirates «United» (2011, Stolen Recordings)
Pete & The Pirates «United» (2011, Stolen Recordings)
Και το σερί των συγκροτημάτων του περήφανου brit rock δεν έχει τελειωμό: οι Pete & The Pirates από το Reading της Βρετανίας είναι οι Thomas Sanders (φωνή), Peter Cattermoul (μπάσο, φωνή), David Thorpe (κιθάρα), Peter Hefferan (κιθάρα φωνή) και Jonny Sanders (τύμπανα) και ηχογράφησαν δύο μόλις albums το 2007 – 2011. Στο δεύτερο από αυτά, το «One Thousand Pictures» περιλαμβανόταν και το «United» ένα καλλίγραμμο και στακάτο, τίμιο brit rocker με τον Brendan Lynch να διευθύνει με «κλειστά μάτια» πλέον λόγω εμπειρίας.
The Dust Grain One: Richenel «L’ Esclave Endormi»
The Dust Grain Two: David Sylvian «I Surrender»
The Dust Grain Three: Supertramp «Hide In Your Shell»
The Dust Grain Four: Crosby, Stills, Nash & Young «Helpless»
The Dust Grain Six: Tame Impala «New Person, Same Old Mistakes»
The Dust Grain Seven: Fad Gadget «Saturday Night Special»
The Dust Grain Eight: The Cyrkle «The Visit (She Loved Me)»
The Dust Grain Nine: Eurythmics «No Fear, No Hate, No Pain, No Broken Hearts»
The Dust Grain Ten: Beach House «Walk In The Park»
The Dust Grain Eleven: Maxwell «Ascension (Don’t Ever Wonder)»
The Dust Grain Twelve: Ultravox «Vienna»
The Dust Grain Thirteen: k.d. lang «Busy Being Blue»
The Dust Grain Fourteen: Pretenders «Private Life»
The Dust Grain Fifteen: Siouxsie & The Banshees «Overground»
The Dust Grain Sixteen: Magazine «Permafrost»
The Dust Grain Seventeen: Propaganda «Dream Within A Dream»
The Dust Grain Eighteen: Robert Wyatt «Shipbuilding»